“Το πειρατικό του Κάπτεν Τζίμη”
(που μ’αυτό θα φύγετε κι εσείς, είναι φορτωμένο με χασίς, κι έχει τα φανάρια του στην πρύμνη)
Ο εν λόγω ποδηλάτης φροντίζει να έχει το κόκκινο φανάρι μπροστά και το άσπρο πίσω. Έτσι, τον βλέπετε στη λωρίδα σας και απορείτε ποιος είναι αυτός ο αφηρημένος που πάει ανάποδα, ή (ακόμα χειρότερα) τον βλέπετε στην αντίθετη λωρίδα και νομίζετε ότι έχετε χρόνο, μέχρι που σας κάνει ένα ΤΖΑ! Για περισσότερες παρατηρήσεις επιφυλάσσομαι, γιατί πάντα ξεφυτρώνει εκεί που δεν τον περιμένεις και δεν προλαβαίνεις να δεις πολλά.
Ο Νίντζα
Είναι ο ποδηλάτης που έχει αναλάβει μια μυστική αποστολή από τον πανίσχυρο μεγιστάνα, με τον όρο να μην τον παρατηρήσει κανείς· αν τυχόν τον πάρει χαμπάρι κάποιος, πρέπει να το πληρώσει με τη ζωή του. Ο Νίντζα, λοιπόν, κινείται απαραιτήτως το βράδυ χωρίς φώτα, φορώντας μαύρα ρούχα, και βάφει μαύρο ακόμα και το πρόσωπο και τα χέρια του. Αν τον δεις, θα τον δεις τελευταία στιγμή, επειδή ξέχασε να καλύψει τα μεταλλικά μέρη του ποδηλάτου με πανιά και γυάλισαν λίγο. Το πλεονέκτημα είναι ότι, αν χρειαστεί όντως να θυσιάσει τη ζωή του, θα φανεί σαν ατύχημα.
“Μαμά, μαμά, χωρίς δόντια!”
Σε αντίθεση με τον Νίντζα, ο “Χωρίς δόντια” ανιχνεύεται ακόμα και από δορυφόρο, λόγω της σιγμοειδούς πορείας που ακολουθεί, έχοντας τα χέρια του εκτός τιμονιού και το μυαλό του απασχολημένο. Μπορεί να οδηγεί στη μεσαία λωρίδα της λεωφόρου μέρα μεσημέρι παίζοντας Πόκεμον, μπορεί να βγάζει ρομαντικές σέλφι ποδηλατώντας στο ηλιοβασίλεμα, ή μπορεί απλά να τρώει φιστίκια, περιμένοντας να τα σκορπίσει στο οδόστρωμα όταν χρειαστεί να φρενάρει απότομα. [Ντισκλαίημερ: Τα παραπάνω παραδείγματα δεν αποτελούν αποκύημα της φαντασίας μου, κάθε ομοιότητα με πραγματικά γεγονότα και καταστάσεις δεν είναι καθόλου συμπτωματική]
Το Datsun
Τελευταία φορά που κοίταξα τη νομοθεσία, απαγόρευε τη μεταφορά ανθρώπων στην καρότσα ενός αγροτικού. Όπως πολύ καλά ξέρουμε, αυτό δεν αποτρέπει μεγάλες ομάδες ανθρώπων να στοιβάζονται στην καρότσα ενός Datsun. Αντίστοιχα μπορούμε να δούμε ποδηλάτες να κινούνται σε δικάβαλο ή ακόμα και τρικάβαλο, μη διστάζοντας να βγαίνουν και στη λεωφόρο. Όπως είναι λογικό, δεν μπορούν να αναπτύξουν μεγάλη ταχύτητα. Αν χρειαστεί να τους προσπεράσεις, πρέπει να κρατάς τριπλάσια απόσταση, δεδομένου ότι σε μία ενδεχόμενη σύγκρουση είναι βέβαιο ότι θα υποχωρήσει ο πιο λογικός.
Ο Λούης
Είναι ο ποδηλάτης που πιστεύει ότι η παραλία στις ώρες αιχμής είναι το πιο κατάλληλο μέρος για να εξασκηθεί για το Tour de France. Ποδήλατο κουρσάκι, πολύχρωμα λύκρα ρούχα, γυαλιά ηλίου, παγούρι, και ταχύτητες που ίσως και να υπερβαίνουν το όριο των 50 χιλιομέτρων την ώρα σε κατοικημένη περιοχή. Τα σλάλομ που κάνει για να προσπεράσει θα προκαλούσαν το θαυμασμό σε επαγγελματίες σκιέρ. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, προκειμένου να προσπεράσει, είναι ικανός να ποδηλατήσει επάνω στο νερό του Θερμαϊκού.
Ο Βέγγος
Είναι μια παραλλαγή του Λούη, με τη διαφορά ότι ο Βέγγος δεν τρέχει από σπορ, αλλά για να προλάβει κάτι. Θα τον δείτε με ένα μέτριο ποδήλατο και καθημερινό ρουχισμό να ιδρώνει να σπάσει το φράγμα του ήχου, προκειμένου να προλάβει το μάθημα, ένα κατάστημα, ή τον προαστιακό. Απαραίτητο αξεσουάρ είναι το σακίδιο, στο οποίο κουβαλάει τα βιβλία του, τα ψώνια, ή τις αποσκευές του Σαββατοκύριακου αντιστοίχως. Αν τυχόν βρείτε το Βέγγο χωρίς σακίδιο, σημαίνει ότι βιάζεται να προλάβει κάποιο ραντεβού, χωρίς να τον νοιάζει ότι το έτερό του ήμισυ θα τον δει λουσμένο στον ιδρώτα.
Ο Παγανιστής
Η κατηγορία αυτή θεωρεί ότι, όπως ο Ηρακλής απέκτησε τη ρώμη του λιονταριού της Νεμέας φορώντας τη λεοντή, έτσι κι αυτοί θα αποκτήσουν την ταχύτητα του Λούη, φορώντας τα ίδια ρούχα και οδηγώντας ίδιο ποδήλατο. Οι ταχύτητες που πιάνουν δικαιολογούν εν μέρει το έξοδο, καθώς είναι διπλάσιες απ’αυτές του πεντάχρονου με το τρίκυκλο έξω από τον ποδηλατόδρομο. Το μόνο πράγμα που ο Παγανιστής αγαπά περισσότερο από την ποδηλασία είναι η συζήτηση για την ποδηλασία. Έτσι, θα συγκεντρώνεται με τους ομοϊδεάτες του σε ένα παγκάκι, φιλονικώντας για το ποιος κατάφερε να βρει το μικρότερο λόγο ποιότητας προς τιμή στο ποδήλατο και τον εξοπλισμό τους. Συνήθως, βέβαια, τους ενδιαφέρει μόνο να αυξήσουν τον παρονομαστή του κλάσματος· ο αριθμητής είναι εν γένει αδιάφορος.
Ο Επιτάφιος
Σε αυτήν την περίπτωση, προηγείται η πομπή, που αποτελείται από τουλάχιστον δύο ποδήλατα, τα οποία κινούνται δίπλα-δίπλα, ώστε να κλείνουν τον ποδηλατόδρομο, και με απελπιστικά μικρή ταχύτητα. Το πιο λογικό είναι να υποθέσουμε ότι από τα στόματά τους, που τα βλέπουμε να κινούνται, ακούγονται ψαλμωδίες. Ακολουθεί ευλαβικά η παρέα τους, η οποία παρακολουθεί συγκινημένη τα γεγονότα, χωρίς όμως να κρατάει κερί, γιατί με τον αέρα έσβησε. Η πομπή ολοκληρώνεται με τους αγανακτισμένους που ακολουθούν στην ίδια ταχύτητα, κοιτώντας στα ημερολόγιά τους, μήπως τυχόν είναι Μεγάλη Παρασκευή και δεν το’χουν πάρει χαμπάρι.
Εύφημη μνεία: Ο αδερφός του Γιωρίκα
Ο Κωστίκας, όταν ανέλαβε το ρόλο του ταξιτζή για τις ανάγκες του καινούριου του ανεκδότου, δήλωνε περήφανος ότι “εγώ κι ο αδερφός μου ο Γιωρίκας περνάμε πάντα με κόκκινο”. Αν μη τι άλλο, είχε τη σύνεση να σταματάει στο πράσινο, ώστε να μην τρακάρει με τον αδερφό του το Γιωρίκα, σε περίπτωση που περνούσε από την άλλη πλευρά. Μια απλή ματιά στους δρόμους της πόλης θα φανερώσει ότι η εν λόγω οικογένεια αριθμεί πολλά μέλη, και μάλιστα δεν είναι όλα τόσο συνετά όσο ο Γιωρίκας και ο αδερφός του, ώστε να σταματάνε αν μη τι άλλο στο πράσινο. Δυστυχώς, θα παρατηρήσει κανείς ότι τα μέλη της οικογένειας δεν περιορίζονται στο ποδήλατο, αλλά πολλές φορές θα τους βρει κανείς να οδηγούν μηχανάκι ή και αυτοκίνητο. Για το λόγο αυτό, δε θα τους συμπεριλάβουμε στις επισημες κατηγορίες, αλλά θα περιοριστούμε σε εύφημη μνεία.